Σατουρνάλια

Σατουρνάλια
Γιορτή του ρωμαϊκού ημερολογίου που συνέπιπτε με τη 17η Δεκεμβρίου. Την ημέρα εκείνη τελούνταν θυσία στον Κρόνο (Saturnus), τον επώνυμο θεό της γιορτής, σ’ ένα ναό του που βρισκόταν στο Φόρουμ. Η εορταστική περίοδος κρατούσε τρεις ημέρες: τότε γινόταν, κατά το πρότυπο των εορτών του καρναβαλιού και του τέλους του έτους, η τελετουργική αναστολή της τάξης, που σε διάφορες θρησκείες επαναλαμβάνει τις μυθικές συνθήκες του χάους, της αρχής του κόσμου, με σκοπό την περιοδική ανανέωση του κόσμου, κάνοντας τον έτσι να ξαναγεννηθεί με την αποκατάσταση της τάξης (μύθος). Τα Σ. εξέφραζαν την αναστολή της τάξης που είχε επιβληθεί με μερικές τυπικές καταστάσεις: π.χ. τις ημέρες αυτές διέτασσαν οι δούλοι και όχι οι κύριοι και επιτρέπονταν πολλά πράγματα, όπως τα τυχερά παιχνίδια, που απαγορεύονταν από το νόμο τον υπόλοιπο χρόνο.
* * *
τα, ΝΑ, και Σατορνάλια Α
ετήσια ρωμαϊκή γιορτή, αντίστοιχη με την ελληνική τών Κρονίων, που γινόταν προς τιμήν τού θεού Σατούρνου, ο οποίος ταυτίζεται με τον Κρόνο. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. Saturnalia < Saturnus «Κρόνος»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Δεκέμβριος — Δωδέκατος και τελευταίος μήνας του γρηγοριανού ημερολογίου που χρησιμοποιείται σήμερα, αλλά ο δέκατος μήνας (από όπου και η ονομασία του: decen = δέκα) του παλαιού ρωμαϊκού ημερολογίου, που άρχιζε την 1η Μαρτίου. Στις πρώτες λατινικές κοινότητες… …   Dictionary of Greek

  • Κρόνος — I Προελληνική θεότητα. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο νεότερος από τους Τιτάνες, γιος του Ουρανού και της Γαίας και πατέρας του Δία. Κατά τη Θεογονία του Ησίοδου, με προτροπή της Γαίας ευνούχισε τον πατέρα του και ανέλαβε ο ίδιος τη διακυβέρνηση …   Dictionary of Greek

  • Σατορνάλια — τὰ, Α βλ. Σατουρνάλια …   Dictionary of Greek

  • βασιλόπιτα — Έτσι ονομάζεται η πίτα του Αγίου Βασιλείου που την παρασκευάζουν, σύμφωνα με το έθιμο, στο πλαίσιο του εορτασμού του νέου έτους. Συνήθως, στη β. κρύβουν ένα νόμισμα που συμβολίζει την τύχη που θα έχει τον νέο χρόνο εκείνος που θα το βρει στη δική …   Dictionary of Greek

  • ζάρι — Μικρός κύβος, κοκάλινος ή από ελεφαντόδοντο ή πλαστικός, με στίγματα σε καθεμία από τις έξι όψεις του, που συμβολίζουν τους αριθμούς από το 1 έως το 6. Χρησιμοποιείται σε τυχερά παιχνίδια. Τα ζ. ήταν γνωστά από την αρχαιότητα, και οι Έλληνες τα… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Κρόνια — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 40 μ., 26 κάτ.) του νομού Ευβοίας. Τα Κ. βρίσκονται κοντά στην ακτή της Βοιωτίας. Υπάγονται διοικητικά στον δήμο Ανθηδώνος. II Γιορτές προς τιμήν του θεού Κρόνου, που διεξάγονταν σε διάφορες πόλεις κατά την αρχαιότητα.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”